-
1 βάξις
A saying, esp. an oracular saying, inspired ulterance,κλύειν εὐηκέα β. Emp.112.11
;ἐναργὴς β. ἦλθεν Ἰνάχῳ A.Pr. 663
;θεσφάτων β. S.Tr.87
.2 report, rumour,μιν.. β. ἔχει χαλεπή Mimn.15
;β. ἀργαλέη Id.16
;θεῶν ἐποπίζεο μῆνιν βάξιν τ' ἀνθρώπων Thgn.1298
; β. ἀλγεινήν, β. καλὴν λαβεῖν, S.Aj. 494, El. 1006; σπείρειν ματαίαν β. ἐς πᾶσαν πόλιν ib. 642, cf. 638;διὰ δὲ πόλεας ἔρχεται β. E.Hel. 224
(lyr.); ὀξεῖα γάρ σου β... διῆλθ' Ἀχαιούς a report concerning thee, S.Aj. 998; ἁλώσιμος β. tidings of the capture, A.Ag.10;θανόντος β. ἀνδρός E.Hel. 351
(lyr.); soτήν τ' ἀμφὶ Θησέως β. Id.Supp. 642
.II voice, Epigr.Gr.989.2.
Перевод: с греческого на все языки
со всех языков на греческий- Со всех языков на:
- Греческий
- С греческого на:
- Английский